- θηρατήρ
- θηρ-ᾱτήρ, [dialect] Ion. [suff] θηρ-ητήρ, ῆρος, ὁ, poet. for θηρατής, Il. 5.51, etc.;A
ἀνδρὸς θηρητῆρος 21.574
; κοῦροι θ. 17.726.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀνδρὸς θηρητῆρος 21.574
; κοῦροι θ. 17.726.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
θηρατήρ — και ιων. τ. θηρητήρ, ὁ (Α) [θηρώ] ποιητ. τ. τού θηρατής* … Dictionary of Greek
θηρατήρ — θηρᾱτήρ , θηρατήρ masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρα — θηρατήρ masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρας — θηρατήρ masc acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρε — θηρατήρ masc nom/voc/acc dual (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρες — θηρατήρ masc nom/voc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρι — θηρατήρ masc dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρος — θηρατήρ masc gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρσι — θηρατήρ masc dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητήρ — θηρατήρ masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητήρων — θηρατήρ masc gen pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)